Σαν σήμερα 15 Μαρτίου το 1930 γεννήθηκε ο Κώστας Νεστορίδης στην Δράμα από γονείς πρόσφυγες από τον Πόντο. Ο Έλληνας διεθνής ποδοσφαιριστής που αγωνιζόταν στην επίθεση υπήρξε από τους μεγαλύτερους Έλληνες επιθετικούς ποδοσφαιριστές με μεγάλη προσφορά στην ΑΕΚ και στην Εθνική Ελλάδας.
Το 1933 η οικογένεια μετακομίζει στην Αθήνα και η εφηβεία βρίσκει το Νεστορίδη να τριγυρίζει στα σοκάκια της Καλλιθέας άλλοτε ως λούστρος με το κασελάκι του και άλλοτε ως πωλητής λαθραίων τσιγάρων. Ωστόσο, αυτό δεν τον εμπόδιζε τα απογεύματα να παίζει στην αλάνα της γειτονίας του με μια αυτοσχέδια μπάλα από κάλτσες.
Το 1944 η οικογένεια Νεστορίδη μετακομίζει στην Πρέβεζα. Εκεί ο 14χρονος Κώστας έχει την ευκαιρία να δείξει για πρώτη φορά το ταλέντο του, παίζοντας ποδόσφαιρο με ιταλούς στρατιώτες οι οποίοι ενθουσιάστηκαν και του πρότειναν να πάει στην Ιταλία.
Έξι μήνες αργότερα, με την Απελευθέρωση, η οικογένεια του επιστρέφει στην Αθήνα και ο Κώστας προσπαθεί να πιάσει δουλειά. Πίσω από το χώρο που εργαζόταν υπήρχε ένα γήπεδο, όπου οι Άγγλοι αξιωματικοί του εκστρατευτικού σώματος συνήθιζαν να παίζουν ποδόσφαιρο. Εκεί σύχναζε και ο Κώστας Νεστορίδης, ο οποίος τους τράβηξε αμέσως το ενδιαφέρον, ζητώντας από τους γονείς του να τον πάρουν στην Αγγλία για να γίνει επαγγελματίας ποδοσφαιριστής.
Σε ηλικία 15 χρονών ο Νεστορίδης παίζει τον πρώτο του ποδοσφαιρικό αγώνα με την Ένωση Αγίου Νικολάου Καλλιθέας. Ακολουθεί η Ελλάδα Μοσχάτου, όπου αγωνίζεται με αντάλλαγμα μια θέση εργασίας σε εργοστάσιο. Μάλιστα επειδή δεν ήθελε να φαίνεται στο δελτίο του το όνομά του, υπογράφει ως «Κωνσταντίνος Μπρίτζος». «Μπρίτζος» ήταν το παρατσούκλι του αδερφού του, που του το είχαν κολλήσει επειδή κουβαλούσε μπρούντζους και σίδερα. Στο διάστημα της παραμονής του στην ομάδα του Μοσχάτου, τον δοκιμάζει ο Ολυμπιακός, αλλά τον απορρίπτει.
Το 1947 ο Νέστορας υπογράφει δελτίο στον Πανιώνιο, όπου και καθιερώνεται. Τη σεζόν 1950-51 αναδεικνύεται πρώτος σκόρερ στο πρωτάθλημα της ΕΠΣ Αθηνών και βοηθά την ομάδα του να κατακτήσει τον τίτλο. Την ίδια χρονιά καλείται για πρώτη φορά στην Εθνική Ελλάδος. Οι άνθρωποι του Πανιωνίου προτίθενται να του προσφέρουν μεγαλύτερο συμβόλαιο και να τον κρατήσουν για χρόνια στη Νέα Σμύρνη, όμως ο Νεστορίδης διαφωνεί.
«Θα έρθω στην προσφυγιά, εκεί ανήκει η καρδιά μου»
Τον Ιούλιο του 1955 τον πλησιάζει ο αντιπρόεδρος της ΑΕΚ, Βασίλης Σεβαστάκης και του προτείνει να μετακινηθεί στην Ένωση. Ο Νεστορίδης δέχεται αμέσως: «Εμένα η καρδιά μου είναι στην προσφυγιά. Στην ΑΕΚ θα έρθω!». Ο Πανιώνιος όμως αρνείται να δώσει την συγκατάθεσή του στη μεταγραφή, καταγγέλλει τον παίκτη και την Ένωση και πετυχαίνει αξιοποιώντας τους υπάρχοντες νόμους περί μεταγραφών διεθνών ποδοσφαιριστών να επιβληθεί στο Νεστορίδη ποινή αποκλεισμού δύο ετών από κάθε επίσημη διοργάνωση.
Η ποινή αποκλεισμού λήγει το Σεπτέμβριο του 1957 και ο Νεστορίδης κάνει το ντεμπούτο του στην ΑΕΚ. Τα επόμενα 8 χρόνια θα αποτελέσει το πρώτο όνομα της ομάδας, τον αρχηγό και στυλοβάτη της, τον εφιάλτη των αντίπαλων αμυνών και το ίνδαλμα των εκατοντάδων χιλιάδων φιλάθλων του βυζαντινογέννητου συλλόγου.
Αρχίζει να σκοράρει ακατάπαυστα και αναδεικνύεται για 5 συνεχόμενες χρονιές πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος. Το 1959 με 21 γκολ, το 1960 με 33 (αριθμός ασύλληπτος εκείνη την εποχή), το 1961 με 27, το 1962 με 29 και το 1963 με 23. Την τελευταία αυτή χρονιά κατακτάται και το πρωτάθλημα Ελλάδος μετά από αναμονή 23 ολόκληρων χρόνων, με τον Νεστορίδη να παίζει καθοριστικό ρόλο, αφού σκοράρει με απευθείας κόρνερ(!) το ένα από τα τρία τέρματα της ΑΕΚ στο μπαράζ τίτλου με τον Παναθηναϊκό. Ο Νέστορας συνεχίζει να βομβαρδίζει τα αντίπαλα δίχτυα για δύο ακόμη χρόνια, μέχρι το Δεκέμβριο του 1965 όταν και παίρνει την απόφαση να ξενιτευτεί στην Αυστραλία για να αγωνιστεί με τα χρώματα της Ελλάς Μελβούρνης.
Αν και σε ηλικία 36 χρονών, καταφέρνει το 1966 να βγει πρώτος σκόρερ του πολιτειακού πρωταθλήματος της Βικτωρίας (όπου αγωνιζόταν η Ελλάς Μελβούρνης) με 21 γκολ και βοηθά την ομάδα του να κατακτήσει τον τίτλο. Σε όλα τα γήπεδα που αγωνίζεται επικρατεί συνωστισμός από τα πλήθη των Ελλήνων της ομογένειας αλλά και Αυστραλών που συρρέουν για να τον παρακολουθήσουν. Την επόμενη χρονιά επιστρέφει στην Ελλάδα για να κλείσει την καριέρα του στην ΑΕΚ, απορρίπτεται όμως από την τότε διοίκηση λόγω του προχωρημένου της ηλικίας του. Ξαναγυρίζει στην Αυστραλία και την Ελλάς Μελβούρνης και σκοράρει άλλα 12 τέρματα με τη φανέλα της, αυτή τη φορά τερματίζοντας στην 4η θέση του πρωταθλήματος. Στην Ελλάδα επαναπατρίζεται οριστικά τη σεζόν 1967-68 και κλείνει την καριέρα του στον Βύζαντα Μεγάρων, ενώ στη μεγάλη του αγάπη, την ΑΕΚ, θα επιστρέψει ως προπονητής στα μέσα του 1982 και θα παραμείνει στο τιμόνι της ομάδας για περίπου ένα χρόνο.
Τίτλοι - διακρίσεις
Δεύτερος σκόρερ όλων των εποχών στην ιστορία της ΑΕΚ με 225 γκολ σε 262 επίσημα παιχνίδια. Αναλυτικά έχει πετύχει:
- 12 γκολ στο πρωτάθλημα ΕΠΣ Αθηνών
- 32 γκολ στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα
- 140 γκολ στην Α’ Εθνική/Superleague
- 39 γκολ στο Κύπελλο Ελλάδος
- 2 γκολ στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις της UEFA
Έχει πετύχει άλλα 68 επίσημα γκολ με τη φανέλα του Πανιωνίου και άλλα 33 με την Ελλάς Μελβούρνης.
Φόρεσε τη φανέλα της Εθνικής Ελλάδος 17 φορές. Δύο φορές ως παίκτης του Πανιωνίου και 15 ως παίκτης της ΑΕΚ. Με την Εθνική σημείωσε 4 γκολ.
Έχει αναδειχτεί 5 συνεχόμενες φορές πρώτος σκόρερ του ελληνικού πρωταθλήματος (1959-Πανελλήνιο Πρωτάθλημα και 1960, 1961, 1962, 1963-Α’ Εθνική/Superleague) και 1 φορά πρώτος σκόρερ του Victoria State League (1966 με την Ελλάς Μελβούρνης).
Έχει κατακτήσει 1 Πρωτάθλημα (1963) και 1 Κύπελλο Ελλάδος (1964) καθώς και 1 πολιτειακό πρωτάθλημα με την Ελλάς Μελβούρνης (1966).
Ήταν ο σκόρερ του πρώτου επίσημου ευρωπαϊκού τέρματος της ΑΕΚ, τη σεζόν 1963/64 σε αγώνα για το Κύπελλο Πρωταθλητριών κόντρα στη Μονακό.
Είναι ένας από τους τρεις μόλις παίκτες στην ιστορία της ΑΕΚ που κατόρθωσε να σκοράρει 5 γκολ σε έναν αγώνα πρωταθλήματος (το 1963 με αντίπαλο τον Ηρακλή).
Έχει σκοράρει 17 φορές με απευθείας χτύπημα κόρνερ, τις 13 στην Ελλάδα και τις άλλες 4 στην Αυστραλία.
Στις 8 σεζόν που έπαιξε στην ΑΕΚ (1957-1965) ήταν ο πάντα ο 1ος σκόρερ της ομάδας με εξαίρεση το 1964 που τον ξεπέρασε ο Μίμης Παπαϊωάννου.